ΙΕΚ ΟΜΗΡΟΣ λογότυπο
Τηλεφωνικό Κέντρο
211 100 8111

Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων: Τουρισμός και Γαστρονομία στην Ελλάδα

Ο τουρισμός αντιπροσωπεύει μια σχετικά νέα οικονομική δραστηριότητα, η οποία αναπτύχθηκε σε χρονικό διάστημα μικρότερο των 150 ετών σε έναν από τους βασικότερους οικονομικούς τομείς ενός μεγάλου αριθμού κρατών.

Ο τουρισμός για να πάρει την σημερινή του μορφή πέρασε από διάφορα στάδια και φάσεις. Ουσιαστικά η περίοδος του μαζικού τουρισμού αντικατέστησε το στάδιο εκείνο του τουρισμού της αριστοκρατίας, ο οποίος αποτελούσε προνόμιο των λίγων.

Ιστορική αναδρομή

Στα πλαίσια μιας σύντομης ιστορικής αναδρομής, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι στην Αρχαία Ελλάδα τη φιλοξενία τη θεωρούσαν πράξη αρετής. Τους ξένους προστάτευαν οι ολύμπιοι θεοί και υπήρχε θεία απαίτηση για την περιποίηση των ξένων, ενώ η κακή αντιμετώπισή τους χαρακτηριζόταν ως αμάρτημα. Η φιλοξενία ακολουθούσε μία ιεροτελεστία και παρέχονταν σε κάθε ξένο, ο οποίος ανεξάρτητα από την τάξη που ανήκε, μπορούσε να μείνει σε ειδικό δωμάτιο στον «ξενώνα».

  • Στα χρόνια του Ομήρου, σε όποιο σπίτι και αν πήγαινε ένας ξένος, θα έβρισκε φιλοξενία. Στους πρώτους ιστορικούς χρόνους βελτιώθηκαν οι συγκοινωνίες με αποτέλεσμα την ανάπτυξη του εμπορίου. Τα ταξίδια τότε έγιναν συχνά και πήραν μαζικό χαρακτήρα σε περιόδους αγώνων και εορτών.

Οι ελληνικές πόλεις, σε περιπτώσεις γιορτών, αθλητικών εκδηλώσεων και πανηγυρισμών, εκτός από το πλήθος των επισκεπτών, δέχονταν και αντιπροσωπείες από άλλες πόλεις. Εκείνη την εποχή η λέξη «ξενία» πολλές φορές χρησιμοποιήθηκε για να εκφράσει την έννοια της φιλίας.

Με το πέρασμα του χρόνου εμφανίστηκαν δημόσια και ιδιωτικά ξενοδοχεία, με την ονομασία «πανδοχεία» ή «καταγώγια».

Τα καταγώγια ήταν δημόσια και αφιλοκερδή και χτίζονταν δίπλα σε ναούς ή σε περιοχές όπου διοργανώνονταν εορτές και αγώνες. Τα πανδοχεία ήταν ιδιωτικά και κερδοσκοπικά και διακρίνονταν σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με τις παροχές τους και την πολυτέλειά τους.

Το φιλοδώρημα στην Αρχαία Ελλάδα έπαιζε τον σημερινό του ρόλο, δηλαδή ήταν μία απόπειρα για εξασφάλιση επιπλέον ή και καλύτερης εξυπηρέτησης.

  • Στο Βυζάντιο υπήρχαν πολλά πανδοχεία και καπηλειά, διαφορετικών κατηγοριών. Η μορφή τους με το χρόνο τροποποιήθηκε και η κουζίνα τους αποτελούσε ένα μίγμα ελληνικής, ευρωπαϊκής και ασιατικής, αν και το κρασί ποτέ δεν έχασε την αίγλη του. Οι συνθήκες ήταν μέτριες και διέφεραν από τις πολυτελείς αρχαιοελληνικές.

Παράλληλα με την ιδιωτική ξενία, η εκκλησία στο Βυζάντιο δημιούργησε τον θεσμό των ξενώνων (xenodochium), οι οποίοι ήταν κυρίως φιλανθρωπικά ξενοδοχεία, πτωχοκομεία ή/και νοσοκομεία.

Την εποχή εκείνη η ξενία αναδείχτηκε για μία ακόμη φορά  σε θρησκευτική αρετή. Ακόμη και σήμερα διατηρείται η παράδοση της αφιλοκερδούς φιλοξενίας στον ειδικό χώρο, το «αρχονταρίκι» των μοναστηριών (όπου ο εντεταλμένος μοναχός, ο «αρχοντάρης», φροντίζει για την φιλοξενία των ξένων, των «αρχόντων»).

  • Την εποχή της Τουρκοκρατίας, φιλοξενία προσέφεραν τα «Χάνια» και τα «Καραβάν Σεράϊα».

Το 1828, ελάχιστα χάνια είχαν απομείνει στην ύπαιθρο και στις πόλεις. Το πρώτο ξενοδοχείο ιδρύθηκε στο Ναύπλιο το 1834 με την επωνυμία «Ξενοδοχείον του Λονδίνου», το οποίο φιλοξένησε τους πρώτους επίσημους ξένους  του νέου ελληνικού κράτους και στη συνέχεια, το 1840, λειτούργησε επίσης στο Ναύπλιο το ξενοδοχείο «Αφθονία».

  • Το 1835 χτίστηκε το πρώτο ξενοδοχείο στην Αθήνα, το «Νέον Ξενοδοχείον», ενώ το 1878 λειτούργησε ως ξενοδοχείο η ιστορική «Μεγάλη Βρετάνια». Το 1917 λειτούργησε το «Ατενέ Παλλάς» (αρχικά έφερε το όνομα «Ίλιον Παλλάς» και ήταν το πρώτο ξενοδοχείο της χώρας που κατασκευάστηκε από μπετόν) απέναντι από το Πολυτεχνείο, ενώ την ίδια εποχή στο Νέο Φάληρο λειτούργησε το ξενοδοχείο «Ακταίον», το πολυτελέστερο της εποχής με 80 δωμάτια.

Ορισμένα ξενοδοχεία της αρχής του 20ου αιώνα ήταν εντυπωσιακά νεοκλασικά κτίρια τα οποία συγκέντρωναν την κοσμική ζωή της χώρας. Τα ξενοδοχεία αυτά έκαναν διαφημίσεις και λειτουργούσαν σε καθεστώς πλήρους ανταγωνισμού. Το 1924 υπήρχαν στην Ελλάδα 1090 ξενοδοχεία με μέσο όρο 11 δωμάτια το καθένα. Αυτό συνέβαινε, διότι τα περισσότερα ξενοδοχεία είχαν τέσσερα έως πέντε δωμάτια, ενώ ήταν λίγα αυτά που είχαν πενήντα έως εκατό δωμάτια και παρείχαν αξιόλογες υπηρεσίες στους ταξιδιώτες.

Σταδιακά, με την ανάπτυξη των μεταφορικών μέσων σε συνδυασμό με την κατάκτηση του εργατικού δικαιώματος των διακοπών, παρουσιάστηκε το φαινόμενο του μαζικού τουρισμού με αποτέλεσμα την αύξηση των τουριστικών επιχειρήσεων. Πολλά πανδοχεία και χάνια σταδιακά μετατράπηκαν σε ξενοδοχεία, ενώ κτίστηκαν πολλά νέα.

  • Σήμερα το marketing επιμένει να φορτώνει τη ξενοδοχειακή επωνυμία με πληροφορίες. Έτσι πολλά ξενοδοχεία φέρουν το όνομα της περιοχής που βρίσκονται κι ακολουθεί η περιγραφή του τοπίου. Για παράδειγμα αναφέρουμε το «Istron Bay», το «Andrina Beach» κλπ.

Στην εποχή μας η Ελλάδα είναι μία τουριστική χώρα με αξιόλογες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που στο σύνολό τους ξεπερνούν τον αριθμό των 10.000.

Από τη δεκαετία του 1970 αναπτύχθηκε πολύ ο τουρισμός στην Ελλάδα και άρχισε η μαζικοποίησή του. Τότε ήταν που άλλαξε ολοκληρωτικά και η φιλοσοφία της ελληνικής ξενοδοχείας, η οποία εστίασε στην μαζική παραγωγή τροφίμων με μειωμένο κόστος.

Τουρισμός και γαστρονομία

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, το 44% των ταξιδιωτών ανά τον κόσμο, θεωρούν το φαγητό ως ένα από τα πρωτεύοντα κριτήρια του τόπου που θα επισκεφθούν. Ωστόσο, ο γαστρονομικός τουρισμός στην Ελλάδα βρίσκεται σε εμβρυακή φάση και δυστυχώς ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί.

Η γαστρονομία αποτελεί ένα ιδιαίτερα πρόσφορο τουριστικό προϊόν για την Ελλάδα, με τη μεγάλη ποικιλία πρώτων υλών που διαθέτει και τον ανεξάντλητο πλούτο των παραδοσιακών συνταγών.

Παρά την αδιαμφισβήτητη διατροφική αξία της τοπικής κουζίνας, δυστυχώς ελάχιστες τουριστικές μονάδες έχουν αναδείξει τη γεύση σε κυρίαρχο στοιχείο των πακέτων που προσφέρουν.

Το πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα ως τουριστικός προορισμός γαστρονομικού τουρισμού δεν είναι να πείσει τον τουρίστα καταναλωτή να επισκεφθεί τη χώρα μας, για να γνωρίσει την τοπική παραδοσιακή κουζίνα. Αλλά το τι εμπειρία θα αποκομίσει τελικά αυτός ο επισκέπτης, ο οποίος θα έχει ταξιδέψει από την άλλη άκρη της Ευρώπης ή και του κόσμου για να δοκιμάσει τους παραδοσιακούς ελληνικούς μεζέδες με φρέσκα υλικά και τελικά του προσφέρουν κρύες προτηγανισμένες πατάτες. Ή έρθει και βρει τουριστικές υποδομές χαμηλού επιπέδου με ανειδίκευτο προσωπικό, που προσφέρει μέτριο έως κακό service. Για να μην σχολιάσουμε την κατάσταση που επικρατεί στους χώρους υγιεινής των περισσότερων εποχικών μαγαζιών σε τουριστικές περιοχές.

Παραδείγματα υπηρεσιών γαστρονομικού τουρισμού είναι η διοργάνωση σεμιναρίων τοπικής κουζίνας, εκδηλώσεων γευσιγνωσίας και οινογνωσίας, η ξενάγηση και γνωριμία με παραδοσιακά προϊόντα και τις μεθόδους παρασκευής τους καθώς και διάφορες μαγειρικές επιδείξεις.

Με τον διαφορετικό πλούτο που διαθέτει κάθε περιοχή της Ελλάδας, τόσο σε γαστρονομικό πολιτισμό όσο και στην ποιότητα και αυθεντικότητα των τοπικών προϊόντων, είναι προφανής η ευκαιρία που υπάρχει για την ανάπτυξη του γαστρονομικού τουρισμού σε κάθε τουριστικό ή μη προορισμό και την καθιέρωσή του ως Γαστρονομικό Προορισμό.

Η βάση του ελληνικού πρωινού είναι τα κύρια προϊόντα της Μεσογειακής διατροφής, όπως ο άρτος, τα παξιμάδια, το ελαιόλαδο, οι ελιές, το γιαούρτι, το μέλι, τα τυροκομικά, τα αλλαντικά, τα φρέσκα λαχανικά, τα όσπρια, οι πίτες, τα γλυκά και τα φρέσκα φρούτα.

Στη βάση αυτού του κορμού, κάθε περιοχή της Ελλάδας, ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες, την εδαφολογική σύσταση, τα παραγόμενα προϊόντα και τις πολιτισμικές σχέσεις και ανταλλαγές διαμόρφωσε έναν ιδιαίτερο γαστρονομικό πολιτισμό και ιδιαίτερες τοπικές κουζίνες. Παρ’ ότι ο βασικός κορμός της γαστρονομίας είναι κοινός, κάθε περιοχή έχει τους δικούς της γαστρονομικούς θησαυρούς, έτσι ώστε άλλα είναι τα χαρακτηριστικά της Κρητικής κουζίνας, άλλα της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Πελοποννήσου, των νησιών του Αιγαίου κλπ.

Αυτή τη γαστρονομική πολυμορφία κάθε περιοχής παρουσιάζει το «Ελληνικό πρωινό», συμβάλλοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας και της τουριστικής φυσιογνωμίας του κάθε τόπου, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον επισκέπτη να γνωρίσει και να γευτεί στο πρωινό του τον πλούτο της ελληνικής γαστρονομικής μας παράδοσης.

Εμείς στο Ι.Ε.Κ. ΟΜΗΡΟΣ δίνουμε βάση στο μέλλον του Ελληνικού τουρισμού και εστιάζουμε στη δημιουργία των μελλοντικών επαγγελματιών του τουρισμού και της εστίασης μέσα από τις Σχολές Τουρισμού και Μαγειρικής του ΙΕΚ Όμηρος.

Συνεχίζω τις σπουδές μου!

Μάθε για τα Προγράμματα του Aegean College!

Επικοινωνήστε μαζί μας
Επικοινωνία
Στείλε μας τα στοιχεία σου και θα επικοινωνήσουμε μαζί σου.

    Επικοινώνησε με το ΙΕΚ ΟΜΗΡΟΣ.

    Τηλέφωνο:
    211 100 8111